αδαμαντοδεσία

αδαμαντοδεσία
η украшение бриллиантами (действие)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "αδαμαντοδεσία" в других словарях:

  • αδαμαντοδεσία — η [αδαμαντοδέτης] δέσιμο τών διαμαντιών, προσαρμογή διαμαντιών σε κόσμημα …   Dictionary of Greek

  • αδαμαντοδέτης — ο τεχνίτης που δένει, που προσαρμόζει διαμάντια σε πολύτιμο κόσμημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αδάμας + δέτης. ΠΑΡ. αδαμαντοδεσία] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»